Γεμάτη γεύσεις

“Από την Έμπαρο κρασί, κι απ’ τη Βιάννο λάδι, και από τον Μυλοπόταμο ελιές και παξιμάδι” μας λέει η γνωστή κρητική παροιμία, συνοψίζοντας σοφά σε λίγες λέξεις τον ξεχωριστό πλούτο της κρητικής γης!

Το κρητικό ελαιόλαδο, το μέλι, τα παξιμάδια, τα ιδιαίτερα τυροκομικά προϊόντα, η μοναδική κρητική Ρακή, αλλά και το κρασί, με την υψηλή θρεπτική του αξία, είναι οι καλύτεροι ‘‘διαφημιστές’’ του νησιού διεθνώς, που ‘‘ταξιδεύουν’’ τις αξίες της παραδοσιακής, αγνής διατροφής στα τραπέζια όλου του πλανήτη! Και αυτό έχει αναδειχθεί παγκοσμίως από τη δεκαετία του ’60 ακόμη, όταν, μετά από έρευνες, διαπιστώθηκε ότι ο πληθυσμός της Κρήτης παρουσίαζε τα χαμηλότερα ποσοστά καρδιακών νοσημάτων και καρκίνου, σε σύγκριση με άλλους πληθυσμούς.

Στην Κρήτη, η διατροφή δεν είναι απλώς το καθημερινό μέσο επιβίωσης… Είναι φιλοσοφία ζωής, στην οποία το φαγητό περικλείει μέσα του έναν ολόκληρο πολιτισμό! Με τις ρίζες της να απλώνονται μέχρι τη Μινωική εποχή, η κρητική κουζίνα θεωρείται μία από τις πιο θρεπτικές και γευστικές σε όλον τον πλανήτη. Αρκεί μια ματιά στα αρχαιολογικά ευρήματα για να καταλάβουμε ότι και οι αρχαίοι Κρήτες είχαν στη διατροφή τους τα ίδια σχεδόν προϊόνται με τα οποία τρέφονται οι σύγχρονοι Κρητικοί ακόμη και σήμερα, 4.000 χρόνια μετά.

Η έναρξη της παραγωγής κρασιού στην Ελλάδα συνδέεται άρρηκτα με τον Μινωικό πολιτισμό και απλώνει τις ρίζες της δεκάδες αιώνες πίσω, πολύ πριν από τα ομηρικά έπη. Σε αυτά ο Όμηρος μας αναφέρει ότι τα κρητικά κρασιά ήταν ήδη φημισμένα στον κόσμο, ενώ σύμφωνα με τις ιστορικές αναφορές, το αμπέλι καλλιεργείται συστηματικά στην Κρήτη για περισσότερες από 4 χιλιετίες! Στις ημέρες μας, το κρητικό κρασί εναρμονίζει μοναδικά τις παραδοσιακές ποικιλίες και το ιδιαίτερο κλίμα του νησιού, με την τεχνολογική ανάπτυξη στις μεθόδους παραγωγής, δημιουργώντας οινικά κομψοτεχνήματα, που ξεχωρίζουν στις επιλογές των γευσιγνωστών, σε όλον τον πλανήτη.

Εξίσου σημαντικό ρόλο έχει στη ζωή του νησιού και η ελαιουργία, η οποία ξεκίνησε στην Κρήτη πριν από το 4.000 π.Χ. Η εμπειρία των κρητικών παραγωγών και οι παραδοσιακές τεχνικές που περνούν από γενιά σε γενιά, σε συνδυασμό με το μοναδικά εύφορο έδαφος, έχουν ως αποτέλεσμα το 95% του ελαιόλαδου που παράγεται πλέον στην Κρήτη να είναι έξτρα παρθένο, αντιπροσωπεύοντας το 1/3 περίπου της συνολικής παραγωγής της Ελλάδας.